Σάββατο 31 Μαρτίου 2007

Πώς το όραμα έγινε ...εταιρεία

Οι ιστορικές ρίζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεκινούν στο τέλος του Β' Παγκόσμιου Πόλεμου. Οι Ευρωπαίοι επιθυμούν να αποφύγουν την επανάληψη μιας τέτοιας καταστροφής. Όμως ο ψυχρός πόλεμος έχει ξεκινήσει και η Ευρώπη είναι διχοτομημένη. Το 1949, τα έθνη της Δυτικής Ευρώπης ιδρύουν το Συμβούλιο της Ευρώπης, που είναι το πρώτο βήμα για τη συνεργασία μεταξύ τους, όμως έξι χώρες θέλουν να προχωρήσουν περισσότερο.
Στις 9 Μαΐου 1950, ο Ρομπέρ Σουμάν, υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, παρουσιάζει ένα σχέδιο στενότερης συνεργασίας, με βάση το οποίο οι έξι χώρες, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, οι Κάτω Χώρες και το Λουξεμβούργο, υπογράφουν, στις 18 Απριλίου του 1951 στο Παρίσι, μια συνθήκη για να ενοποιήσουν τις βαριές βιομηχανίες του άνθρακα και του χάλυβα κάτω από μια κοινή διεύθυνση.
Η επιτυχία της Συνθήκης Άνθρακα και Χάλυβα, τις οδηγεί να επεκτείνουν τη συνεργασία τους και σε άλλους οικονομικούς τομείς: Υπογράφουν τη Συνθήκη της Ρώμης, στις 25 Μαρτίου 1957, ιδρύοντας την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) ή «κοινή αγορά». Πρόσωπα, εμπορεύματα και υπηρεσίες θα μπορούν έκτοτε να κυκλοφορούν ελεύθερα μεταξύ των κρατών μελών.
Τόσα χρόνια μετά, λοιπόν, τι είναι αυτό που κάνει τους πολίτες να αντιδρούν στην «Ενωμένη Ευρώπη»; Είναι αλήθεια ότι μία μερίδα της αρνητικής ψήφου είναι προϊόν άγνοιας. Είναι επίσης αλήθεια ότι μία άλλη μερίδα οφείλεται στον αντιευρωπαϊσμό, ή στον εθνικισμό. Εξίσου αλήθεια είναι ότι κάθε δημοψήφισμα συλλέγει τη δυσαρέσκεια για την εσωτερική πολιτική της χώρας όπου διενεργείται. Η μεγαλύτερη μερίδα, όμως, είναι ψήφος φιλοευρωπαϊκή, που ζητάει περισσότερη Ευρώπη, κοινωνική Ευρώπη, δημοκρατική Ευρώπη.
Από το 1980, η κοινότητα μετασχηματίστηκε σε μια νεοφιλελεύθερη περιοχή οικονομικού ανταγωνισμού, υποσκελίζοντας το κοινωνικό μοντέλο. Απόδειξη, οι συνθήκες που διέπουν τη λειτουργία της: από το σύμφωνο σταθερότητας του Μάαστριχτ, μέχρι την εδραίωση του φιλελεύθερου μοντέλου από τη Συνταγματική Συνθήκη.
Αντιδρώντας στην αντίληψη αυτή και μη έχοντας άλλο τρόπο να την εκφράσουν, όσοι ευρωπαϊκοί λαοί -και δεν ήταν πολλοί- ερωτήθηκαν για τις συνθήκες αρκετές φορές προτίμησαν το όχι.
* Το πρώτο (50,7%) το είπαν οι Δανοί στο δημοψήφισμα (2/6/92) για την επικύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Οι αναλύσεις ήταν αμείλικτες. Από τους τρεις στόχους, την κάλυψη του δημοκρατικού ελλείμματος, την κοινωνική πολιτική και την προετοιμασία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, η συνθήκη κάλυψε μόνο τον δεύτερο. Οι Δανοί δεν τη χρειάζονται και λένε «όχι». Όπως το 2005 οι Ολλανδοί, φοβούνται την απώλεια των κοινωνικών κατακτήσεών τους και το κεντρικό σύνθημά τους είναι «Ναι στην Ευρώπη, όχι στο Μάαστριχτ».
* Στο δημοψήφισμα που ακολουθεί, στη Γαλλία, το «όχι» είναι εξίσου δυνατό με το «ναι», και μόνο με την προσωπική στρατηγική του Φρανσουά Μιτεράν καταφέρνει να περάσει η συνθήκη. Το δημοψήφισμα βρήκε τους ψηφοφόρους -όπως και το 2005- διχασμένους ακόμη και στα κόμματα, αφού τόσο οι σοσιαλιστές όσο και η δεξιά δεν έχουν κοινή γραμμή.
Για να προσελκύσουν τους Δανούς να συμμετάσχουν, οι έντεκα εταίροι τούς παρέχουν τα πάντα, και ειδικό καθεστώς για το κοινό νόμισμα, αλλά και τους δύο πυλώνες του Μάαστριχτ. Το δεύτερο δημοψήφισμα στις 18/5/93 είναι θετικό (56,8%).
* Η Ευρώπη ηρεμεί για λιγότερο από μία δεκαετία μέχρι που η Ιρλανδία, το 2001, αρνείται τη Συνθήκη της Νίκαιας με 54%, γεννώντας νέες ελπίδες για το στρατόπεδο της κοινωνικής Ευρώπης. Ομως η κυβέρνηση αποφασίζει δημοψήφισμα και ξεκινάει τεράστια καμπάνια. Το ναι κερδίζει -χωρίς τα ανταλλάγματα που πήρε η Δανία- χάρη στη μικρή αποχή.
Τα αποτελέσματα, λοιπόν, των δημοψηφισμάτων της Γαλλίας και της Ολλανδίας για το ευρωσύνταγμα δεν ήταν πρωτόγνωρα. Ήταν η ιστορική και πολιτική συνέχεια των προηγούμενων, αφού κάθε προσπάθεια οικονομικής ένωσης και παραχώρησης αρμοδιοτήτων στην Ένωση δεν συνοδεύθηκε ποτέ από διαφάνεια και συμμετοχή στις αποφάσεις.
Σήμερα, η γερμανική προεδρία σχεδόν παραδέχεται την ήττα της να προχωρήσει στην αναζωπύρωση του σχεδίου της Συνταγματικής Συνθήκης, που δεν είναι άλλο από το σύνταγμα της Ευρώπης. Δυστυχώς όμως, τώρα πια η εθνικιστική αντίδραση βαραίνει ακόμα περισσότερο το στρατόπεδο του «όχι».
Οι εξάρσεις της πολωνικής κυβέρνησης δεν έχουν, βέβαια, σχέση με τον σκεπτικισμό των Ολλανδών. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός, υποθήκευσε το μέλλον της Γηραιάς Ηπείρου. Και τώρα πια τα πράγματα είναι δυσκολότερα. Και για το στρατόπεδο των φιλοευρωπαϊστών του «ναι», και για το στρατόπεδο των φιλοευρωπαϊστών του «όχι».